Skip to main navigation Skip to main content Skip to page footer

Τμήμα Μουσικών Σπουδών

ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΣ ΧΟΡΟΣ

Διευθυντής: Καθηγητής Αχιλλεύς Γ. Χαλδαιάκης

Στη γενικότερη εκκλησιαστική παράδοση (πρωτίστως στην Αγία Γραφή), αλλά και στη σχετική γραμματεία (ιδιαίτερα στις πηγές της Λειτουργικής, του Τυπικού ή και του Κανονικού Δικαίου), υφίσταται πληθώρα μαρτυριών για την πράξη της από χορού ψαλμώδησης. Παρά ταύτα, ο απαιτητικός ερευνητής της ιστορίας του χορικού μέλους θα μπορούσε (όχι αδικαιολόγητα) να ισχυριστεί ότι η τακτική της από χορού ψαλτικής ερμηνείας συνιστά (δίχως υπερβολή) «κεκρυμμένον μυστήριον». Θέματα όπως η πρακτική οργάνωση, η επί μέρους δομή, η αρμόδια διδασκαλία και η συστηματική διεύθυνση ενός χορού ψαλτών, ή ακόμη ο τρόπος και η τεχνική της χορικής ψαλτικής ερμηνείας, παραμένουν (στις λεπτομέρειές τους) μουσικολογικά απροσδιόριστα. Ειδικότερο μουσικολογικό (αλλά και αμιγώς ψαλτικό) ενδιαφέρον παρουσιάζει, πάντως, η ακόλουθη ακριβής περιγραφή (από τον θεωρητικό της Ψαλτικής Τέχνης Γαβριήλ τον ιερομόναχο) του ιδεώδους τρόπου καλοφωνικής (δηλαδή μονοφωνάρικης) ψαλτικής ερμηνείας [: «μέθοδος πῶς δεῖ ἀνέρχεσθαι τῆς καλοφωνίας» (στίχοι 610-95)]· σ' αὐτήν την περιγραφή παρεμβάλλονται και κάποιες χρήσιμες πληροφορίες για τους βοηθούς του μονοφωνάρη, μέσω των οποίων στοιχειοθετούνται ορισμένες (πλέον εξειδικευμένες) πρακτικές οδηγίες για τον σχηματισμό ενός (μικρού έστω) μουσικού συνόλου, ενός υποτυπώδους ψαλτικού χορού: «... Δεῖ δὲ ἔχειν μετὰ σοῦ καὶ ἕτερον βοηθὸν ἢ καὶ δύο, πλείονας δὲ οὐδαμῶς· τότε γὰρ οὐ καλοφωνία ἀλλὰ τὸ λεγόμενον ἀπὸ χοροῦ γενήσεται. Ἀλλὰ τοῦτο ὀφείλει γίνεσθαι ἐὰν αἱ φωναὶ ὦσιν ἐπιτήδειαι καὶ καλαί· εἰ δὲ μὴ οὕτως ἔχει ἡ τοῦ καλοφωνοῦντος φωνή, πάντας λαμβανέτω βοηθούς. Ὀφείλουσι δὲ οἱ ψάλλοντες εἶναι καὶ συνήθεις καὶ σχεδὸν προμελετηκότες ἕκαστος τὸ ἑκάστου κοινῶς, ἵνα συμφωνῶσι καὶ ἡδίων οὕτω φανείη ἡ ψαλτική. Κακῷ δὲ μὴ χρήσῃ ποτὲ βοηθῷ· κρεῖττον γὰρ ᾖ μὴ ψάλλειν ἢ μόνον, ἢ μετὰ κακοφώνου· ἀπολέσει γὰρ καὶ τὸ σὸν τότε μέλος. Ἡ δὲ τῶν παρήχων φωνὴ καὶ κακοφώνων εὑρίσκεται ἢ ταχυτέρα τοῦ δέοντος καὶ πετρώδης ἢ ἀσθενὴς καὶ κεχαλασμένη· καὶ εἰ μὲν τοῦ ἑνὸς ᾖ πετρώδης, ἀνέρχεται ἐπὶ τὸ ὑψηλότερον καὶ μὴ βουλομένου, ἡ δὲ τοῦ ἑτέρου ἐπὶ τὸ χαμηλότερον ἄκοντος. Τὸν δὴ τοιοῦτον ἀποπέμπεσθαι δεῖ· οὑ μόνον γὰρ ἑαυτῷ ἀλλὰ καὶ πᾶσι μεταδίδωσι τοῦ κακοῦ, καὶ ἢ ἐπὶ τὸ ἄνω ἕλκουσιν ἡμᾶς ἄκοντας ἢ ἐπὶ τὸ κάτω....» [στίχοι 651-67]. Η πενιχρότητα των σχετικών πηγών μάς αποκρύπτει την προϊστορία των τεχνικών λεπτομερειών της από χορού ερμηνείας). Όμως, αυτή ακριβώς η έλλειψη προδίδει, ταυτόχρονα, την πραγματική φύση της τέχνης: η ιδιοτυπία του τρόπου λειτουργίας των επί μέρους στοιχείων αυτής της τέχνης (σημειογραφία, ήχοι, ρυθμός, κ.ο.κ.), γεννά –αυτονόητα– πρακτικού χαρακτήρα ιδιαιτερότητες (που αποτελούν, ακριβώς, ό,τι πρέπει να αντιμετωπιστεί με προσοχή κατά τη χορική ψαλμώδηση). Αυτές οι ιδιαιτερότητες, όμως, δεν μπορούν πάντοτε να καταγραφούν, θεωρητικά, στις λεπτομέρειές τους. Πάντως, από μιαν δευτερογενή ανάγνωση των θεωρητικών μαρτυριών προβάλλει, ευκρινώς, μια αδρομερής έστω σκιαγράφηση των λεπτομερειών οποιασδήποτε απόπειρας από χορού ψαλτικής ερμηνείας.